Του Γιάννη Μπαμπαδήμα . Τα αποτελέσματα της ναρκοθετημένης, όσο και πολυδιαφημισμένης ως «σκληρής» διαπραγμάτευσης της νέας κυβέρν...
Του Γιάννη Μπαμπαδήμα.
Τα αποτελέσματα της ναρκοθετημένης, όσο και πολυδιαφημισμένης ως «σκληρής» διαπραγμάτευσης της νέας κυβέρνησης, για όσους δεν ήταν εξαρχής προβλέψιμα και ορατά, γίνονται πλέον κρυστάλλινα καθαρά. Πέραν όμως της αποδοχής και επέκτασης των μνημονίων, από αυτούς που μέχρι το Γενάρη δήλωναν ότι θα τα καταργήσουν, οφείλουμε να σταθούμε με προσοχή και σε κάποιες πολύ σημαντικές μεταβολές, που έφεραν οι 100 πρώτες μέρες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Μεταβολές στο επίπεδο των πολιτικών συσχετισμών, που σίγουρα βρίσκονται πολύ μακριά από τις προεκλογικές και μετεκλογικές ευχές των μελών και των φίλων του ΣΥΡΙΖΑ, που έλεγαν ότι θα αποδειχθεί ότι «μπορεί να υπάρξει άλλη πολιτική» εντός της Ε.Ε. και ότι «δεν είναι κρίσιμο και ζήτημα προτεραιότητας, η θέση της Ελλάδας στην Ε.Ε.». Που ήθελαν, τα τεχνάσματα και οι τεχνοκρατικές συλλήψεις να σταθούν πάνω από την πολιτική και που με «ιδέες» και αναπτυξιακά μέτρα έχτιζαν τη νέα «εθνική ανεξαρτησία» και την «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας, χωρίς να αγγίζουν το ζήτημα της εξάρτησης και του ιμπεριαλισμού. Που εγκαινίαζαν τη «νέα εποχή», χωρίς να θίγεται τίποτα από την παλιά. Που έβλεπαν, ότι μια «αριστερή» κυβέρνηση θα ευνοούσε το κίνημα, αφού θα ήταν «πιο εύκολο να διεκδικήσει» τα αιτήματά του. Που, ετσιθελικά, σχεδίαζαν αριστερές μετατοπίσεις, ακόμη και στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ θα τα «μάζευε», θεωρώντας ότι ο κόσμος του θα αναζητούσε άλλες, πιο αριστερές διεξόδους.
Πόσο κοντά στην πραγματικότητα είναι, αλήθεια, όλες αυτές οι προβλέψεις; Τι έχει συμβεί στην κοινωνία, τρεις μήνες μετά την κυβερνητική αλλαγή; Ποιες πραγματικά πολιτικές «δικαιώνονται» και ενισχύονται από την πολιτική που ακολουθεί η συγκυβέρνηση; Πώς έχει διαμορφωθεί η κατάσταση στο μαζικό συνδικαλιστικό κίνημα και στους χώρους δουλειάς;
Οι επικρίσεις και οι επιθέσεις στην κυβέρνηση από αυτούς που προηγούμενα εφάρμοσαν μια ακραία ξενόδουλη πολιτική, χτίζοντας την κοινωνία της βαρβαρότητας και της εξαθλίωσης, εκτός από το απύθμενο θράσος τους, καταδεικνύει και τη «δικαίωσή» τους. Ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος και οι λοιποί ευρωπαιόδουλοι θιασώτες των μνημονίων που επιτίθενται στην κυβέρνηση, στην πραγματικότητα δεν τα βάζουν με την πολιτική που εφαρμόζει, αφού μνημόνια εφαρμόζει και αυτή, αλλά με τις προεκλογικές διακηρύξεις της. Θέλουν να διασύρουν κάθε λόγο, κάθε ψήγμα αμφισβήτησης των δικών τους ιερών δικαίων, του «ευρωπαϊκού οράματος» και της απόλυτης ευθυγράμμισης και υποταγής της χώρας στα ξένα συμφέροντα. Γιατί αυτό το δικαίωμα τους δίνει η πολιτική της «πρώτη φορά αριστερής», όπως παρουσιάστηκε, κυβέρνησης, που δεν έκανε τίποτε άλλο, από το να επικυρώσει το «δίκιο» των προηγούμενων. Γι΄ αυτό, ο Βενιζέλος του 4% όχι απλά δεν μπήκε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, αλλά εκδικητικός και αλαζόνας, κομπάζει για την ώρα της κρίσης και της ιστορικής αλήθειας, της πολιτικής δικαίωσης και διάσωσης, αν όχι του ίδιου, της πολιτικής του κόμματός του.
Εξωραϊσμός του Ιμπεριαλισμού
Η παραδοχή της πρόσδεσης στην Ε.Ε. ως της μόνης επιλογής για τη χώρα, τα παραμύθια περί ισότιμων εταίρων, η φενάκη της διαπραγμάτευσης, η επαναφορά στην επικαιρότητα ενός πανομοιότυπου, με τα πριν, πολιτικού λόγου, που αναγνωρίζει το χρέος (βραχίονα της πολιτικής της εξάρτησης και της υποδούλωσης) και την «εντιμότητα» της εξόφλησής του, την αναζήτηση ισοδύναμων φοροληστρικών και αντεργατικών μέτρων, τις ιδιωτικοποιήσεις και το ξεπούλημα της χώρας κάτω από τη «νέα» ταμπέλα της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, η επέκταση των παλιών και η υπογραφή νέων μνημονίων, όλα αυτά αποτελούν τις ράγες, πάνω στις οποίες κινείται η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Και, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφοροποιήσεις, επί της ουσίας αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης κυβερνητικής πολιτικής. Και γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο, όσο και αν την αναθεματίζει και διακηρυκτικά διαχωρίζεται από αυτήν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, δεν παύει καθημερινά να την δικαιώνει και μέσα από αυτή να δικαιώνει τους προηγούμενους εκφραστές και διαχειριστές της. Αντικειμενικά, δηλαδή, κάθε μέρα που περνάει, η κυβέρνηση με την πολιτική της αθωώνει το πολιτικό προσωπικό που καταδίκασε με την ψήφο του ο ελληνικός λαός και, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της, στρώνει το χαλί για την επαναφορά του στο πολιτικό προσκήνιο. Και είναι αδύνατο να εξηγήσει, ακόμη και στον πλέον καλοπροαίρετο, αυτή η κυβέρνηση, πώς, την ίδια στιγμή που ετοιμάζεται να υπογράψει ένα νέο μνημόνιο, συστήνει επιτροπή για να αποδοθούν ευθύνες σε αυτούς που μας οδήγησαν στα μνημόνια μέχρι σήμερα; Σε κάθε περίπτωση, τα κυβερνητικά επικοινωνιακά τεχνάσματα είναι καταδικασμένα να σβηστούν με το μελάνι των υπογραφών των νέων συμφωνιών με τους ξένους δυνάστες.
Μέσα σε τρεις μόλις μήνες της νέας διακυβέρνησης, ο ρεαλισμός της προσαρμογής έχει θριαμβεύσει. Δεν είναι λίγοι αυτοί που, αναγνωρίζοντας καλές προθέσεις (που δεν θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες) στη νέα κυβέρνηση, από εκεί που πριν αμφισβητούσαν και αντιμάχονταν κάθε αντιλαϊκό μέτρο και ευρωπαϊκή επιταγή, τώρα είναι έτοιμοι να αποδεχθούν μια επώδυνη συμφωνία με την παραδοχή ότι, «δεν μπορεί να γίνει και τίποτε άλλο»! Εργαζόμενοι, που το προηγούμενο διάστημα πήραν μέρος σε όλους τους μεγάλους αγώνες, τώρα έχουν πάρει τη θέση του παρατηρητή των διαπραγματεύσεων, ή ακόμη και του συνυπεύθυνου, αφού αναζητούν εναλλακτικές διαχειριστικές προτάσεις. Στα σωματεία, σε μια στιγμή που σχεδιάζονται νέα μέτρα σε βάρος του λαού και του τόπου, για τους παραπάνω λόγους κυριαρχεί η αδράνεια, με τις παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ να κάνουν ό,τι μπορούν για τη διατήρησή της.
Διάβρωση του Κινήματος
Κάπως έτσι έχουν διαμορφωθεί τα σημερινά κοινωνικοπολιτικά ρεύματα, τα οποία, ανεξάρτητα με τη διάρκεια που θα έχουν, επηρεάζουν αρνητικά τις συνειδήσεις των εργαζομένων. Όλων αυτών, που τα προηγούμενα χρόνια πλαισίωναν τους μεγάλους αντιμνημονιακούς αγώνες και που, προκειμένου ο ΣΥΡΙΖΑ να τους κεφαλαιοποιήσει εκλογικά, έστησε τον αντιμνημονιακό - συχνά αντιευρωπαϊκό ανατρεπτικό και εθνικοανεξαρτησιακό του λόγο. Λόγος κάλπικος, ο οποίος, όπως αποδείχθηκε, είχε στόχο απλά να προσεταιριστεί εκλογικά όλο αυτό τον κόσμο, που αμφισβήτησε προηγούμενα την Ε.Ε. και τις πολιτικές της. Τώρα, με μια «αριστερή» κυβέρνηση να διαχειρίζεται την εφαρμογή των νέων μνημονίων, έχοντας βάλει στη θέση της ωμής και άκομψης τρομοκρατίας των Σαμαρά - Βενιζέλου (για όσο τουλάχιστον δεν κρίνεται αναγκαία), τις επινοήσεις περί «έντιμων συμβιβασμών», ντυμένων πάντα με το πέπλο των αγνών προθέσεων, οδηγεί τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις σε συντηρητική κατεύθυνση. Και ειδικά τον κόσμο που ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να επηρεάζει πιο άμεσα, τείνει να τον μεταμορφώσει σε «συνδιαχειριστή» αυτής της κατάστασης.
Γιατί, όταν οι εργαζόμενοι απεμπολούν από τη βάση της σκέψης και της δράσης τους, τις αλήθειες και τις ανάγκες της τάξης τους και τις αντικαθιστούν με τα δεδομένα και το «ρεαλισμό» του συστήματος, δηλαδή με τις αλήθειες και τα συμφέροντα της κυρίαρχης μεγαλοαστικής τάξης, τότε κάνουν πολλά βήματα πίσω από την κατανόηση και την ανατροπή αυτής της κατάστασης. Και αυτόν ακριβώς το ρόλο παίζουν μέσα στο λαϊκό κίνημα, όσοι αναπαράγουν τις «αλήθειες» της κυρίαρχης τάξης και της προπαγάνδας της, για το «καλύτερο που μπορεί να γίνει», για τον κόσμο που «ποτέ δεν μίλησε για έξοδο από την Ε.Ε.» (χωρίς να συμμεριζόμαστε αυτό το ευφυολόγημα, ούτε για εφαρμογή νέων μνημονίων μίλησε κανείς, θυμίζουμε στους έχοντες επιλεκτική μνήμη) και πολύ περισσότερο, για τον κόσμο που δεν «είναι έτοιμος για τις συγκρούσεις και τις μάχες» που θα απαιτούσε μια πολιτική ρήξης, υπονοώντας με το τελευταίο, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τις προθέσεις να ακολουθήσει, αλλά «σεβόμενος» τη λαϊκή βούληση, δεν μπορεί. Αρνητικές υπηρεσίες προσφέρουν όσοι, έχοντας πάρει τη θέση του τηλεθεατή της διαπραγμάτευσης, γίνονται αναμεταδότες των κρίσιμων στιγμών και των άτεγκτων διλημμάτων της, καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι πρέπει να υπάρξει «επώδυνη» συμφωνία, γιατί όλοι τάχουν βάλει με την κυβέρνηση και βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο.
Σε αδρές γραμμές, με αυτόν τον τρόπο οδηγεί αρνητικά τις εξελίξεις στο επίπεδο των κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών η «πρώτη φορά Αριστερά» νέα κυβέρνηση.
Επειδή καμία σημασία δεν έχουν οι προθέσεις (ακόμη και για όσους τις αναγνωρίζουν), αυτό στο οποίο αντικειμενικά οδηγούν οι ρεφορμιστικές αυταπάτες που έσπειρε ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η δικαίωση της πολιτικής της υποτέλειας και των προηγούμενων διαχειριστών της και η διάβρωση του κινήματος. Και αυτά, βέβαια, δεν μπορεί να οδηγούν σε καμία αριστερή μετατόπιση, την οποία περιέγραφαν προεκλογικά κάποιοι υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Όλα αυτά οδηγούν σε μια συντηρητική στροφή. Στον αφοπλισμό των εργαζομένων και των αγώνων τους, που είναι και θα είναι πάντα η μόνη πραγματική διέξοδος για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, για να ανοίξει ο πραγματικός δρόμος για τις ανατροπές και «νέες εποχές»!!!
Χαιρετίσματα
ΜΠΑΜΠΑΔΗΜΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
g.babadimas@hotmail.com
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ