Από την εφημερίδα ΚΥΝΟΥΡΙΑ Τρία χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Λεωνιδίου, στις απότομες πλαγιές του υψώματος του Αγίου Αθανασίου, επάνω από...
Από την εφημερίδα ΚΥΝΟΥΡΙΑ
Οι αρχαιότητες στις θέσεις «Μάκρος» και «Ευριάς» στην Πλάκα του Λεωνιδίου αμέσως βρέθηκαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της νεοσύστατης το 2006 ΛΘ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, η οποία προχώρησε σε πρώτη φάση στην εντατικοποίηση του αρχαιολογικού ελέγχου στην περιοχή και στην θεσμοθέτηση Αρχαιολογικού Χώρου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από την αρχαιολογική Νομοθεσία. Σε δεύτερη φάση έμενε πλέον να γίνουν, πρώτον ο καθαρισμός από τη βλάστηση που είχε κατακλύσει την περιοχή και στην κυριολεξία εξαφανίσει τις αρχαιότητες, και δεύτερον η συστηματική διερεύνηση της ευρύτερης περιοχής.
Το πρώτο δύσκολο έργο των καθαρισμών ξεκίνησε να πραγματοποιείται από την Υπηρεσία από τα μέσα του μηνός Μαΐου, στην περιοχή μεταξύ των ναϋδρίων του Αγίου Λεωνίδη και του Αγίου Αθανασίου. Στην προσπάθειά της η Υπηρεσία βρήκε ένθερμο υποστηρικτή το Δήμο Λεωνιδίου. Έτσι, σήμερα, από το γραφικό λιμανάκι της Πλάκας, το οποίο, ας σημειωθεί, κατά την αρχαιότητα ήταν το λιμάνι - ή ένα εκ των δύο λιμένων - της αρχαίας πόλεως, μπορεί κάποιος να δει το δυτικό σκέλος της αρχαίας οχύρωσης, το οποίο στην κυριολεξία «κρέμεται» από τα απότομα βραχώδη πρανή του υψώματος του Αγίου Αθανασίου. Ο προσεκτικός παρατηρητής θα διαπιστώσει και την ύπαρξη οριζοντίων αναπτυσσόμενων κατά τον άξονα βορρά νότο αναλημματικών τοίχων, οι οποίοι, κατά τόπους διευρύνονται δημιουργώντας ένα πολύπλοκο σύστημα ανδήρων, επί των οποίων αναπτυσσόταν η αρχαία πόλη. Άλλα άνδηρα εντοπίζονται και στις ομαλότερες πλαγιές, σε όλη την έκταση μέχρι και τα υφιστάμενα ποιμνιοστάσια, ενώ ο εντοπισμός θεμελίων δημοσίου πιθανότατα κτηρίου σε αυτήν την εκτός των τειχών περιοχή προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την οικιστική - χωροταξική οργάνωση της αρχαίας πόλεως.
Το δεύτερο μεγάλο έργο, η σύνταξη δηλαδή του προγράμματος της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας, εκπονήθηκε με τρόπο επιστημονικό από την Υπηρεσία τα τρία τελευταία χρόνια. Ακρογωνιαίος λίθος της όλης προσπάθειας υπήρξε πάλι ο Δήμος Λεωνιδίου. Η προώθηση σχεδίου Προγραμματικής Σύμβασης μεταξύ του Δήμου και του ΥΠΠΟΤ για τη χρηματοδότηση των ερευνών στην περιοχή και την τελική ανάδειξη των αρχαίων θέσεων, η εκπόνηση από την Υπηρεσία του ερευνητικού προγράμματος, το οποίο θα φέρει εις πέρας ελληνική διεπιστημονική ομάδα με πληθώρα ειδικοτήτων (αρχαιολόγοι, σπηλαιολόγοι, τοπογράφοι, αρχιτέκτονες, συντηρητές, γεωλόγοι, ανθρωπολόγοι, που ανήκουν σε φορείς της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, και άλλων ελληνικών και ξένων επιστημονικών ιδρυμάτων), και το οποίο περιλαμβάνει τη διενέργεια τόσο επιφανειακής έρευνας, όσο και ανασκαφών, η ευρεία χρήση τεχνολογίας GIS τόσο για τις ανάγκες της τεκμηρίωσης, όσο κυρίως για τις δυνατότητες ανάλυσης που παρέχουν, αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της όλης προσπάθειας.
Το εγχείρημα είναι αναμφίβολα δύσκολο. Η Κυνουρία, εξαιρουμένων των περιορισμένης κλίμακας ανασκαφικών ερευνών του Κωνσταντίνου Ρωμαίου στους Φονεμένους, τον Άγιο Πέτρο ή τον Απόλλωνα Τυρίτα, των ερευνών του Θεοδώρου Σπυρόπουλου στο Ελληνικό, το Κουρμέκι και τη Βασκίνα με αποκορύφωμα βέβαια τη μεγάλη ανασκαφή στην λαμπρή, μοναδική για τα ελληνικά αρχαιολογικά δεδομένα, ρωμαϊκή έπαυλη στη Εύα, και της ΛΘ' ΕΠΚΑ στην αρχαία Εύα στο Ελληνικό Βόρειας Κυνουρίας, το Παράλιο Άστρος και την Κουφογή των Κάτω Δολιανών, δεν έχει τύχει ερευνητικών προγραμμάτων αναλόγων του «Laconia Survey», ερευνών δηλαδή εκτεταμένων στο χώρο και το χρόνο, οι οποίες αποκαλύπτουν την ιστορία ενός τόπου διαχρονικά, την ανάπτυξη του οικιστικού δικτύου, την εν γένει οργάνωση της ανθρώπινης κοινωνίας και του χώρου στον οποίο ο άνθρωπος έζησε και δημιούργησε. Τα ανωτέρω καταδεικνύουν, εκτός της δυσκολίας, και το φιλόδοξο της όλης προσπάθειας δεδομένου ότι επιχειρείται ο συνδυασμός επιφανειακής έρευνας, ανασκαφής και χωρικής ανάλυσης αρχαιολογικών, τοπογραφικών και γεωλογικών και γεωγραφικών δεδομένων.
Δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος κατανόησης της αρχαίας Κυνουρίας, του τόπου όπου κυριαρχεί ο Πάρνων, με κομβικό ρόλο τόσο για την χερσαία πρόσβαση στην Πελοποννησιακή ενδοχώρα όσο και για τους θαλάσσιους πλόες προς το Κεντρικό Αιγαίο, τη Λακωνία, τα Κύθηρα, ακόμη και την Κρήτη. Δεν ήταν τυχαία το μήλον της έριδος των εκάστοτε ισχυρών τόσο κατά τους ιστορικούς χρόνους, όσο και κατά την προϊστορική εποχή, όπως μπορούμε να εικάσουμε από τις μυθολογικές παραδόσεις. Καλώς εχόντων των πραγμάτων το Ερευνητικό Πρόγραμμα του Λεωνιδίου θα αποτελέσει την αρχή της συστηματικής διερεύνησης του συνόλου της Κυνουρίας και κατ' επέκταση, της Αρκαδίας εν γένει.
Μιχάλης Πετρόπουλος Προϊστάμενος της ΛΘ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Γρηγόρης Γρηγοράκης Αρχαιολόγος ΛΘ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Τρία χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Λεωνιδίου, στις απότομες πλαγιές του υψώματος του Αγίου Αθανασίου, επάνω από το γραφικό λιμανάκι της Πλάκας, απλώνεται μία σημαντική αρχαία πόλη, η οποία ταυτίζεται από την έρευνα, όχι χωρίς αμφιβολίες, με τις αρχαίες Πρασιές. Η άγνωστη στους πολλούς αυτή αρχαία πόλη βρίσκεται σε σημαντική από γεωγραφικής απόψεως θέση, πάνω σε σημαντικές θαλάσσιες οδούς και χερσαίους δρόμους. Δεν είναι επομένως τυχαία η ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή τουλάχιστον από την τρίτη προχριστιανική χιλιετία, μέχρι και τους βυζαντινούς χρόνους.
Τμήμα της οχύρωσης της αρχαίας πόλεως μετά τους καθαρισμούς. Διακρίνονται και η κατά τον άξονα Β-Ν αναπτυσσόμενοι αναλημματικοί τοίχοι. |
Το πρώτο δύσκολο έργο των καθαρισμών ξεκίνησε να πραγματοποιείται από την Υπηρεσία από τα μέσα του μηνός Μαΐου, στην περιοχή μεταξύ των ναϋδρίων του Αγίου Λεωνίδη και του Αγίου Αθανασίου. Στην προσπάθειά της η Υπηρεσία βρήκε ένθερμο υποστηρικτή το Δήμο Λεωνιδίου. Έτσι, σήμερα, από το γραφικό λιμανάκι της Πλάκας, το οποίο, ας σημειωθεί, κατά την αρχαιότητα ήταν το λιμάνι - ή ένα εκ των δύο λιμένων - της αρχαίας πόλεως, μπορεί κάποιος να δει το δυτικό σκέλος της αρχαίας οχύρωσης, το οποίο στην κυριολεξία «κρέμεται» από τα απότομα βραχώδη πρανή του υψώματος του Αγίου Αθανασίου. Ο προσεκτικός παρατηρητής θα διαπιστώσει και την ύπαρξη οριζοντίων αναπτυσσόμενων κατά τον άξονα βορρά νότο αναλημματικών τοίχων, οι οποίοι, κατά τόπους διευρύνονται δημιουργώντας ένα πολύπλοκο σύστημα ανδήρων, επί των οποίων αναπτυσσόταν η αρχαία πόλη. Άλλα άνδηρα εντοπίζονται και στις ομαλότερες πλαγιές, σε όλη την έκταση μέχρι και τα υφιστάμενα ποιμνιοστάσια, ενώ ο εντοπισμός θεμελίων δημοσίου πιθανότατα κτηρίου σε αυτήν την εκτός των τειχών περιοχή προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την οικιστική - χωροταξική οργάνωση της αρχαίας πόλεως.
Το δεύτερο μεγάλο έργο, η σύνταξη δηλαδή του προγράμματος της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας, εκπονήθηκε με τρόπο επιστημονικό από την Υπηρεσία τα τρία τελευταία χρόνια. Ακρογωνιαίος λίθος της όλης προσπάθειας υπήρξε πάλι ο Δήμος Λεωνιδίου. Η προώθηση σχεδίου Προγραμματικής Σύμβασης μεταξύ του Δήμου και του ΥΠΠΟΤ για τη χρηματοδότηση των ερευνών στην περιοχή και την τελική ανάδειξη των αρχαίων θέσεων, η εκπόνηση από την Υπηρεσία του ερευνητικού προγράμματος, το οποίο θα φέρει εις πέρας ελληνική διεπιστημονική ομάδα με πληθώρα ειδικοτήτων (αρχαιολόγοι, σπηλαιολόγοι, τοπογράφοι, αρχιτέκτονες, συντηρητές, γεωλόγοι, ανθρωπολόγοι, που ανήκουν σε φορείς της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, και άλλων ελληνικών και ξένων επιστημονικών ιδρυμάτων), και το οποίο περιλαμβάνει τη διενέργεια τόσο επιφανειακής έρευνας, όσο και ανασκαφών, η ευρεία χρήση τεχνολογίας GIS τόσο για τις ανάγκες της τεκμηρίωσης, όσο κυρίως για τις δυνατότητες ανάλυσης που παρέχουν, αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της όλης προσπάθειας.
Το εγχείρημα είναι αναμφίβολα δύσκολο. Η Κυνουρία, εξαιρουμένων των περιορισμένης κλίμακας ανασκαφικών ερευνών του Κωνσταντίνου Ρωμαίου στους Φονεμένους, τον Άγιο Πέτρο ή τον Απόλλωνα Τυρίτα, των ερευνών του Θεοδώρου Σπυρόπουλου στο Ελληνικό, το Κουρμέκι και τη Βασκίνα με αποκορύφωμα βέβαια τη μεγάλη ανασκαφή στην λαμπρή, μοναδική για τα ελληνικά αρχαιολογικά δεδομένα, ρωμαϊκή έπαυλη στη Εύα, και της ΛΘ' ΕΠΚΑ στην αρχαία Εύα στο Ελληνικό Βόρειας Κυνουρίας, το Παράλιο Άστρος και την Κουφογή των Κάτω Δολιανών, δεν έχει τύχει ερευνητικών προγραμμάτων αναλόγων του «Laconia Survey», ερευνών δηλαδή εκτεταμένων στο χώρο και το χρόνο, οι οποίες αποκαλύπτουν την ιστορία ενός τόπου διαχρονικά, την ανάπτυξη του οικιστικού δικτύου, την εν γένει οργάνωση της ανθρώπινης κοινωνίας και του χώρου στον οποίο ο άνθρωπος έζησε και δημιούργησε. Τα ανωτέρω καταδεικνύουν, εκτός της δυσκολίας, και το φιλόδοξο της όλης προσπάθειας δεδομένου ότι επιχειρείται ο συνδυασμός επιφανειακής έρευνας, ανασκαφής και χωρικής ανάλυσης αρχαιολογικών, τοπογραφικών και γεωλογικών και γεωγραφικών δεδομένων.
Δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος κατανόησης της αρχαίας Κυνουρίας, του τόπου όπου κυριαρχεί ο Πάρνων, με κομβικό ρόλο τόσο για την χερσαία πρόσβαση στην Πελοποννησιακή ενδοχώρα όσο και για τους θαλάσσιους πλόες προς το Κεντρικό Αιγαίο, τη Λακωνία, τα Κύθηρα, ακόμη και την Κρήτη. Δεν ήταν τυχαία το μήλον της έριδος των εκάστοτε ισχυρών τόσο κατά τους ιστορικούς χρόνους, όσο και κατά την προϊστορική εποχή, όπως μπορούμε να εικάσουμε από τις μυθολογικές παραδόσεις. Καλώς εχόντων των πραγμάτων το Ερευνητικό Πρόγραμμα του Λεωνιδίου θα αποτελέσει την αρχή της συστηματικής διερεύνησης του συνόλου της Κυνουρίας και κατ' επέκταση, της Αρκαδίας εν γένει.
Μιχάλης Πετρόπουλος Προϊστάμενος της ΛΘ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
Γρηγόρης Γρηγοράκης Αρχαιολόγος ΛΘ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ