$type=three$count=3$show=home$height=250$snippet=hide$rdm=hide$a=hide$d=hide$la=hide$au=hide$com=0

Οι Ανεμόμυλοι του Τυρού

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ TO:

Του δασκάλου Γιάννη Θ. Κορολόγου. Όταν ήμουν μικρός, έξι-επτά χρονών, τα πρώτα μου «μακρινά» ταξίδια μου τα έκανα  με τον παππού μου τον Αν...

Του δασκάλου Γιάννη Θ. Κορολόγου.

Όταν ήμουν μικρός, έξι-επτά χρονών, τα πρώτα μου «μακρινά» ταξίδια μου τα έκανα  με τον παππού μου τον Αναστάση. Μ' έπαιρνε μαζί του, καβάλα στο μουλάρι μας την Κόρμπα, κάθε φορά που πήγαινε στο μύλο για να αλέσει το σιτάρι. Πηγαίναμε πότε στο νερόμυλο του Παπουλάκου που ήταν στο λαγκάδι των Σαπουνακέικων και πότε στον ανεμόμυλο του ίδιου μυλωνά. 
Στο νερόμυλο περιεργαζόμουν όλες τις φάσεις από τη στιγμή που το νερο έπεφτε στη φτερωτή μέχρι τη στιγμή που το σιτάρι καλοαλεσμένο έπεφτε στο σακί. 
Στον ανεμόμυλο όμως οι εντυπώσεις ήταν πολύ έντονες, που άγγιζαν τα όρια του απεριόριστου θαυμασμού. Κι αυτό, γιατί ορθωνόταν πελώριος μπροστά μου με όλη τη μεγαλοπρέπεια που του έδιναν τα κατάλευκα τριγωνικά πανιά, δεμένα με συρματόσχοινο στις αντένες και στριφογύριζαν γρήγορα και αδιάκοπα, λες και το ένα κυνηγούσε το άλλο, χωρίς ποτέ να συναντηθούν.

Όταν μάλιστα τύχαινε να δουλεύουν και οι τρεις ανεμόμυλοι μαζί, τότε το θέαμα ήταν απερίγραπτο, η εικόνα αξιοθαύμαστη, συναρπαστική, μαγική για μια παιδική ψυχούλα που μάταια προσπαθούσε να εξηγήσει το τόσο εντυπωσιακό φαινόμενο, αφού δεν είχε την απαιτούμενη διανοητική ικανότητα. Ήταν για μένα ένα φαινόμενο που άγγιζε τα όρια του μυστηρίου, του θαύματος. Όταν μάλιστα άλλαζε η διεύθυνση του αέρα, οπότε αυτόματα άλλαζε τόσο η θέση της φτερωτής, όσο και της κωνικής στέγης, τότε η εικόνα ηταν πιο επιβλητική. Νόμιζες ότι ο ανεμόμυλος, πέρα από τη γιγάντια ψυχή του, διαθέτει και μια πεντακάθαρη λογική, ένα εξαιρετικό προνόμιο να συμφιλιώνεται κάθε φορά με τη νοοτροπία και τα κέφια του αέρα, να υπακούει στις εκάστοτε ορέξεις του θεού Αίολου. Και καθώς η φτερωτή γύριζε γρήγορα και ασταμάτητα, ένας παράξενος θόρυβος, σαν αγκομαχητό, διέσχιζε τον αέρα κι έσμιγε με τον παφλασμό των κυμάτων που άφριζαν στα βράχια.

Εκείνα τα χρόνια, σ' εμάς τους μικρούς, ήταν περιορισμένες, πολύ φτωχές, οι παραστάσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Συνηθισμένα τα βιώματά μας από τον άμεσο περιβαλλοντικό χώρο. Τα έμψυχα και άψυχα μας έδιναν πάντοτε τις ίδιες εικόνες, τα ίδια ερεθίσματα, γι' αυτό κάτι καινούργιο, κάτι πρωτόγνωρο κι εντυπωσιακό, τυπωνόταν βαθιά κι έντονα στον ψυχικό μας κόσμο.
Βέβαια, αυτό το εξαίσιο θέαμα των τριών ανεμόμυλων να στριφογυρίζουν τα κατάλευκα πανιά, το απολάμβανα πολλές φορές από κάποιο ξάγναντο της Απάνω Γειτονιάς του Τυρού. Αλλά άλλο να το βλέπεις, να το θαυμάζεις, να το χαίρεσαι από μακριά, κι άλλο από κοντά. 
Εκεί στον ανεμόμυλο ποιός έδινε σημασία και τί μ' ενδιέφερε η πολύωρη κουβέντα του παππού με τον μυλωνά, έως ότου γίνει το άλεσμα. Κουβέντα για τα χωράφια, τα γεννήματα, τα μανάρια, τις τιμές των αγαθών. Ούτε ένιωθα την περιέργεια και την επιθυμία να περιεργαστώ το εσωτερικό του μύλου με τους διάφορους μηχανισμούς. Απολιθωμένος, θαύμαζα με έκσταση και δέος την εξωτερική επιβλητική εικόνα, γιατί εδώ ήταν το μεγαλειώδες θέαμα, η ομορφιά, η μαγεία. 

Οι τρεις ανεμόμυλοι του Τυρού, ήταν χτισμένοι στους ανατολικούς πρόποδες του λόφου που στην κορυφή του ήταν η ακρόπολη του αρχαίου Τυρού, γνωστή σήμερα με το όνομα "Κάστρο". Λίγα μέτρα πιο κάτω απλωνόταν το γαλάζιο ατλάζι της θάλασσας, που, πότε τα μελτέμια και πότε η μπουκαδούρα, άφηναν τους τελευταίους αφρούς στα βράχια. 
Για πολλές δεκαετίες έγραψαν με την ανεκτίμητη προσφορά τους τη δική τους ιστορία. Άλεθαν το σιτάρι που έβγαινε με τόσους κόπους και ιδρώτα και το καθαρό, το καλοαλεσμένο αλεύρι ήταν η κυριότερη αιμοδοσία στα νοικοκυριά της περιοχής. Ιδιαίτερα στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής ένα φόρτωμα αλεύρι ήταν το πιο πολύτιμο στήριγμα, το πιο ευλογημένο αγαθό. Δεν ήταν λίγοι, κυνηγημένοι από τη φτώχεια, που άλεθαν τότε στο μύλο κριθάρι, λαθούρια, πατάτες, κάστανα που κοκκολογούσαν στα μέρη της Καστάνιτσας, ως και λούπινο, για να ενισχύσουν το λιγοστό αλεύρι, αν υπήρχε, για μια ζυμωσιά όχι λειψή, που την περίμεναν με λαχτάρα όλα τα πρόσωπα της οικογένειας.

Οι τρεις ανεμόμυλοι κατασκευάστηκαν γύρω στα 1920 από τον Κρανιδιώτη Πούλη. Αρχικοί ιδιοκτήτες ήταν ο Γιάννης Παρασκευάς στον έναν, ο Γιώργος Μαστοράκης στον άλλον και ο Χρήστος Ζαρόκωστας στον τρίτο. Αγοράστηκαν στη συνέχεια από τον Κώστα Μαστοράκη, τον Νικόλα Μαστοράκη και τον Παναγιώτη Μαστοράκη. Ένας τέταρτος ανεμόμυλος υπήρχε στην περιοχή του Απάνω Τυρού, στο λόφο που σήμερα φέρει το όνομα «Μύλος». Αυτός φτιάχτηκε από τον Ηλία Πολίτη γύρω στα 1880 με χρήματα που του έστειλε ο πατέρας του Μιχάλης Πολίτης, τρανός έμπορος στην Κωνσταντινούπολη. Δυστυχώς ο ανεμόμυλος αυτός με δυσκολία έπιανε τους ανέμους, γι' αυτό πολύ σύντομα σταμάτησε να λειτουργεί. Ο ιδιοκτήτης πούλησε αργότερα τα διάφορα εξαρτήματα στον Γιώργο Μαστοράκη για να τοποθετηθούν στο δεύτερο μύλο του.

Σήμερα στον ανεμόμυλο του Απάνω Τυρού σώζεται ο λιθόκτιστος κυλινδρικός τοίχος, απομεινάρι μιας άδοξης ιστορίας. Ποιός ξέρει επί πόσα χρόνια, άψυχο κουφάρι, με τί παράπονο θ' αγνάντευε από κει ψηλά τους τρεις ανεμόμυλους της Παραλίας και θα τους μακάριζε για την ευνοϊκή τους τύχη. 
Δύσκολη η δουλειά του μυλωνά. Κάτασπρος από την κορφή ως τα νύχια, ήταν υποχρεωμένος ν' ανεβάζει το βαρύ σακί στην πλάτη, περίπου τριάντα σκαλοπάτια, και με υπομονή να περιμένει πότε θα φυσήξει ο αέρας για να δώσει κίνηση στις δέκα αντένες. Κι αυτές πάλι, με το κατάλληλο σύστημα που υπήρχε, έδιναν κίνηση στον οριζόντιο άξονα κι αυτός πάλι με οδοντωτούς τροχούς στον κατακόρυφο που κινούσε γρήγορα την πάνω μυλόπετρα. Αυτή έτριβε λίγο-λίγο το σιτάρι πάνω στην κάτω σταθερή μυλόπετρα και το αλεύρι διοχετευόταν στο σακί.
Γύρω στο 1955 οι τρεις ανεμόμυλοι έπεσαν στην αδράνεια, στην απραξία, στη σιωπή. Οι πετρελαιοκίνητες κι αργότερα οι ηλεκτροκίνητες φάμπρικες πήραν τη σκυτάλη από τους νερόμυλους και τους ανεμόμυλους. Παραμένει όρθια η κορμοστασιά τους "σαν αετοί χωρίς φτερά", βυθισμένοι στο λήθαργο, σύμβολα μιας εποχής για να μας θυμίζουν τις παλιές τους δόξες.

Οι γλάροι και τα γλαρόπουλα, που κάνουν κύκλους πάνω σ' αυτούς, μοιάζουν σαν να σχηματίζουν κατάλευκα στεφάνια. Λέτε να είναι στεφάνωμα τιμής κι ευγνωμοσύνης; Ποιός ξέρει, μπορεί! 

Από το βιβλίο "Αναμνήσεις και Αναδρομές ενός Τσάκωνα"
Έκδοση: Αθήνα 2002

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Φορτώθηκαν όλα τα δημοσιεύματα Δεν βρέθηκαν δημοσιεύματα ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ Περισσοτερα Cancel reply Διαγραφή Από τον Αρχική σελίδα Σελίδες Δημοσιεύματα Δείτε τα όλα ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΕΤΙΚΕΤΑ ΑΡΧΕΙΟ SEARCH Όλα τα δημοσιεύματα Δεν βρέθηκε δημοσίευμα που να ταιριάζει στην αναζήτηση ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Κυρ Δευ Τρι Τετ Πεμ Παρ Σαβ Ιανουαρίου Φεβρουαρίου Μαρτίου Απριλίου Μαίου Ιουνίου Ιουλίου Αυγούστου Σεπτεμβρίου Οκτωβρίου Νοεμβρίου Δεκεμβρίου Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαίου Ιουν Ιουλ Αυγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ μόλις τώρα 1 λεπτό πριν $$1$$ λεπτά πριν 1 ώρα πριν $$1$$ ώρες πριν χτες $$1$$ μέρες πριν $$1$$ εβδομάδες πριν περισσότερες από 5 εβδομάδες Ακόλουθοι Ακολουθήστε THIS PREMIUM CONTENT IS LOCKED STEP 1: Share to a social network STEP 2: Click the link on your social network Copy All Code Select All Code All codes were copied to your clipboard Can not copy the codes / texts, please press [CTRL]+[C] (or CMD+C with Mac) to copy Table of Content